Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι μια συνηθισμένη πάθηση, στην οποία πιέζεται το μέσο νεύρο στον καρπό, με αποτέλεσμα ο ασθενής να έχει μούδιασμα, πόνο και σε προχωρημένο στάδιο, αδυναμία στο χέρι. Το σύνδρομο εντείνεται από τις επαναλαμβανόμενες καθημερινές κινήσεις του καρπού πχ σε χρήστες ηλεκτρονικού υπολογιστή. Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να οφείλεται σε παθήσεις όπως ρευματοειδής αρθρίτιδα, υποθυρεοειδισμός κλπ.
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα εμφανίζεται αρχικά με ένα ακαθόριστο αίσθημα βάρους στον καρπό. Αυτό σταδιακά εξελίσσεται σε μούδιασμα που φτάνει στα τρία πρώτα δάχτυλα, κυρίως τον αντίχειρα και το δείκτη και πάντως ποτέ το μικρό δάχτυλο. Το μούδιασμα αρχικά είναι περιστασιακό και σε ορισμένες κινήσεις αλλά στη συνέχεια γίνεται μόνιμο. Χαρακτηριστικά, πολλοί ασθενείς ξυπνάνε το βράδυ και τινάζουν το χέρι τους για να απαλλαγούν από το μούδιασμα.Χαρακτηριστικές καθημερινές κινήσεις που αναπαράγουν τα συμπτώματα είναι : το κράτημα ενός βιβλίου ή του τηλεφώνου, η οδήγηση κ.ο.κ.
Επίσης το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα μπορεί να έχει πόνο στο χέρι, που επεκτείνεται στα δάκτυλα, αλλά και πάνω από τον καρπό, καμιά φορά μέχρι και τον ώμο. Τέλος, σε προχωρημένο στάδιο, ο ασθενής παρατηρεί ότι αρχίζουν να του πέφτουν τα πράγματα, δεν μπορεί να κουμπώσει τα κουμπιά του κλπ. Εμφανίζεται δηλαδή αδυναμία στις λεπτές κινήσεις.
Η διάγνωση του συνδρόμου γίνεται από το ιστορικό και την νευρολογική εξέταση και επιβεβαιώνεται με το νευροφυσιολογικό έλεγχο. Ίδια ή παρόμοια συμπτώματα μπορεί να παρουσιαστούν σε πίεση ενός νεύρου στον αυχένα πχ σε κήλη μεσοσπονδυλίου δίσκου. Αν υπάρχει τέτοια υποψία, χρειάζεται έλεγχος του αυχένα με μαγνητική τομογραφία. Ένα σπάνιο σύνδρομο που προκαλεί παρόμοια συμπτώματα είναι το σύνδρομο θωρακικής εξόδου.